Ο όρος ομοφοβία περιλαμβάνει αρνητικές στάσεις απέναντι στους ομοφυλόφιλους. Η ομοφοβία γενικά αναφέρεται στην ιδεοληπτική εχθρότητα, στον παράλογο φόβο και στην αρνητική στάση προς τους ομοφυλόφιλους. Η προκατάληψη για την ομοφυλοφιλική σεξουαλικότητα ενισχύεται κοινωνικά και αφορά αρνητικές συμπεριφορές που συχνά εμπεριέχουν πράξεις φυσικής βίας προς τους ομοφυλόφιλους, χλευασμό, επιθετικότητα.
Η σεξουαλική επιθετικότητα τιμωρητικού χαρακτήρα είναι μεγαλύτερη για τους ομοφυλόφιλους άντρες παρά για τις ομοφυλόφιλες γυναίκες. Ο ομοφοβικός, νιώθοντας έναν συνεχή θυμό που κρύβει φόβο και απειλή, θεωρεί τον ομοφυλόφιλο σαν κάποιον που του δείχνει αυτό που δεν θέλει να είναι, ενώ φοβάται ότι κάποια στιγμή μπορεί να γίνει σαν κι αυτόν, δηλαδή ομοφυλόφιλος. Πολλές φορές ο ομοφοβικός αναπτύσσει υπερβολική και έντονη σεξουαλική συμπεριφορά ετεροφυλοφιλικού προσανατολισμού, αισθανόμενος ότι έτσι πείθει τόσο τον εαυτό του όσο και το περιβάλλον του πως δεν είναι ομοφυλόφιλος. Η συμπεριφορά αυτή φαίνεται να χαρακτηρίζεται από έναν ψευδοανδρισμό, φέρνοντας τον ίδιο τον ομοφοβικό σε μια θεατρική τραγική παράσταση που βγάζει εκρηκτικότητα και πολλές φορές βία στο άκουσμα και μόνο του ομοφυλόφιλου ή της ομοφυλοφιλίας. Τον διαπερνάει ηλεκτρικό ρεύμα αν αντιληφθεί ότι κάποιος που κάθεται δίπλα του είναι ομοφυλόφιλος, ενώ καταλαμβάνεται από έντονη ηθική μανία που εκφράζεται με χυδαίους λεκτικούς τρόπους και απαξιωτικούς μηχανισμούς, φοβούμενος πάντα ότι μπορεί να χαρακτηριστεί ως ομοφυλόφιλος και να εκτεθεί στο κοινωνικό του περιβάλλον. Η έντονη αυτή φοβική του αντίδραση μπορεί να προκαλέσει εικόνα πανικού (ομοφοβικός πανικός), αν κάποιος, αστειευόμενος μαζί του, αφήσει υπονοούμενα για δική του ομοφυλοφιλική εικόνα. Χαρακτηριστική είναι ακόμη η παρερμηνευτικότητά του, που μέσα σ’ αυτήν καθηλώνεται ιδεοληπτικά, φτάνοντας ακόμα και στα όρια της παράνοιας, βλέποντας τον εαυτό του να χλευάζεται ή να θεωρείται από τους άλλους ως ομοφυλόφιλος. Στην προσωπική του ζωή περιγράφεται ως άτομο κλειστό, με αρκετή ανασφάλεια ως προς τη σεξουαλική του συμπεριφορά, που δεν χάνει την ευκαιρία να δείχνει πόσο άντρας είναι, ενώ μπορεί να γίνει γλοιώδης, εριστικός, απαιτητικός και επίμονος, προκειμένου να αποσπάσει την επιβεβαίωση από το περιβάλλον του για τον ανδρισμό του. Αρκετές φορές καταλήγει να προκαλεί τις γυναίκες με άκομψο και αγενές φλερτ, παρασύροντας τον εαυτό του σε συμπεριφορές που μπορεί να τον εκθέσουν και να παρεξηγηθεί, όταν ασχολείται επίμονα και περιγράφει με πομπώδη και προκλητικό τρόπο τη σεξουαλικότητά του. Συνήθως μιλάει υποτιμητικά για τις γυναίκες, δίνοντας την εντύπωση του μισογύνη, εξαιτίας της φοβίας που έχει μήπως καμιά φορά αποτύχει στη σεξουαλική επαφή και καταλάβει η γυναίκα ότι μπορεί να έχει ομοφυλοφιλικές τάσεις. Κωμικοτραγικές προεκτάσεις παίρνει η σεξουαλική του εικόνα, καθώς νιώθει ότι πρέπει να προβάλλει το δυνατό και σκληρό πέος του στη σύντροφό του, που οφείλει να το αποδεχτεί σαν το απόλυτο ανδρικό όργανο, ενώ φυσικά δεν αφήνει πάνω στο σεξουαλικό παιχνίδι η σεξουαλική του σύντροφος να αγγίξει περιοχές που μπορεί  να αμφισβητήσουν  την ανδρική του υπόσταση. Ο ομοφοβικός άντρας ζει πάντα την τραγικότητα της ομοφυλοφιλικής αποκάλυψης, βιώνει συνεχώς την ανάγκη επιβεβαίωσης του ανδρισμού του, ενώ σε υπερβολικές αντιδράσεις του εμπλέκεται σεξουαλικά με ομοφυλόφιλο, εκφράζοντας έντονη επιθετικότητα απέναντί του, φτάνοντας ακόμη και στην αφαίρεση της ζωής του ομοφυλόφιλου, προκειμένου να αποδείξει στον εαυτό του ότι ο ίδιος δεν είναι ομοφυλόφιλος. Είναι πράγματι μια επικίνδυνη φιγούρα που παρεισφρέει στους χώρους των ομοφυλόφιλων με σκοπό την επιθετικότητα και τη βία, δικαιώνοντας τον εαυτό του ως άντρα κυρίαρχο και δυνατό. Η σεξουαλική του επιλογή είναι ετεροφυλοφιλική, αλλά ουσιαστικά μέσα στον έντονο φόβο και την αγωνιώδη εμμονή του φαίνεται να μην μπορεί να απολαύσει τη σεξουαλικότητά του, δολοφονώντας στην πραγματικότητα όχι μόνο τον ομοφυλόφιλο που τον απειλεί, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό, που λόγω των καταναγκαστικών εμμονών του στα όρια της ψύχωσης μοιάζει μπερδεμένος και κυνηγημένος από αυτό που πιστεύει ότι πρέπει κάθε μέρα να αποδεικνύει στον εαυτό του ότι δεν είναι. Η ψυχιατρική φροντίδα και οι ψυχοθεραπευτικοί μηχανισμοί θεωρούνται απαραίτητοι τρόποι θεραπευτικής βοήθειας που θα τον απαλλάξουν απ’ αυτή την καταστροφική εμμονή και θα αποτρέψουν τον κίνδυνο να προκαλέσει βία σε έναν ανυποψίαστο ομοφυλόφιλο που θα παρασυρθεί στο παιχνίδι του, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του. Ο ομοφοβικός άντρας που αντιλαμβάνεται το πρόβλημά του έχει θετική εξέλιξη, εφόσον πράγματι αποδεχτεί το πρόβλημα και αναζητήσει την απαιτούμενη θεραπεία.
Η ομοφοβία σε πολύ μικρότερο ποσοστό, σχεδόν ανύπαρκτο, αναφέρεται και ως γυναικεία καταναγκαστική διαταραχή, δεν έχει όμως την ίδια ισχυρή ψυχοπαθολογία με εκείνη του άντρα, γι’ αυτό και δεν αποτελεί ιδιαίτερο αντικείμενο μελέτης, ενώ όπου υπάρχει ψυχολογική και θεραπευτική προσέγγιση είναι αντίστοιχη με εκείνη που προτείνεται στον άντρα.

Η στάση των γονιών
Μια σημαντική πλευρά της ομοφοβικής συμπεριφοράς εμπεριέχεται στη στάση των γονιών απέναντι στον φόβο και στην εμμονή που μπορεί να αναπτύξουν για την ομαλή ή ανώμαλη σεξουαλική εξέλιξη του παιδιού τους. Ο γονιός, και ειδικότερα η μητέρα, εύκολα μπορεί να αναπτύξει φοβικές σκέψεις γύρω από την ομοφυλοφιλική απειλή στην ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη του παιδιού, παρατηρώντας συμπεριφορές που την οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το μικρό, κυρίως, αγόρι εξελίσσεται σε ομοφυλόφιλο άτομο. Έντρομη ερμηνεύει στάσεις και από τη μικρή ηλικία του γιου της, τις οποίες θεωρεί ομοφυλοφιλικές, όπως όταν το τετράχρονο αγοράκι βάφει τα χείλη του με το κραγιόν της ή θέλει να φορέσει τα σκουλαρίκια της, ή ακόμα όταν συμπεριφέρεται με νάζι μιμούμενο την ίδια ή την αδερφή του. Συχνές είναι οι φοβίες της μητέρας γύρω από τα παιχνίδια, που, αν κατά τη γνώμη της δεν είναι στερεότυπα παιχνίδια του αγοριού, τότε πιστεύει ότι το παιδί της οδηγείται στην ομοφυλοφιλία. Ο φόβος και ο πανικός τη γεμίζουν με εμμονές, ενώ αρχίζει με επίμονο τρόπο να παρατηρεί το παιδί της σαν μια κάμερα που καταγράφει τα πάντα, τα χρεώνει, αφού πρώτα τα σχολιάσει υποκειμενικά ότι «έτσι είναι». Μέσα στη φοβία της εμπλέκει και τον σύζυγό της, μεταφέροντάς του τις αγωνίες της και την τραγικότητά της. Ακόμη, μπορεί να ανακατέψει τους γονείς της και το περιβάλλον της, ψάχνοντας απεγνωσμένα λύσεις που θα αποτρέψουν την πορεία που σαν εφιάλτης πιστεύει ότι αναμένει το παιδί της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δική της εκδραμάτιση, η απαίτηση να μπουν και οι άλλοι μέσα σ’ αυτή, και κυρίως, φυσικά, ο σύζυγός της, τον οποίο χρεώνει αν η στάση του είναι πιο ήπια και ψύχραιμη, κάτι που για την ίδια θεωρείται αδιαφορία και απάθεια. Χαρακτηριστική σκηνή μπορεί να είναι η στάση της προς το παιδί όταν αυτό μέσα στην παρορμητική του αθωότητα παριστάνει το κορίτσι ή χορεύει έντονα, κάτι που με αυταρχικό τρόπο ακυρώνει, επιπλήττοντάς το και σε πολλές περιπτώσεις με αισθήματα οργής λέγοντάς του: «Αφού είσαι αγόρι, γιατί κάνεις το κορίτσι; Κορίτσι θέλεις να γίνεις;»
Η συμπεριφορά αυτή πολλές φορές αυξάνει την αντιδραστικότητα του παιδιού, το οποίο μπορεί να δείξει ακόμη πιο έντονα τη συμπεριφορά που ενοχλεί τους γονείς του, οδηγώντας τους σε έναν φαύλο κύκλο τρόμου για την υποτιθέμενη ομοφυλοφιλία, ενώ το παιδί αντιδρά με υπερβολή επειδή δεν κατανοεί τη στάση των γονιών του. Μεγάλος είναι και ο κίνδυνος το παιδί να αναπτύξει σύγχυση ως προς την εικόνα του, την οποία εισπράττει ήδη μπερδεμένη από τους γονείς του, που το πιέζουν να εκφράσει μια εικόνα που ουσιαστικά υπάρχει, αλλά νιώθει ότι οι γονείς του τού την ακυρώνουν. Μάλιστα, το γεγονός ότι οι γονείς του το ενοχοποιούν για την αυθόρμητη στάση του μπορεί να γεννήσει αγχωτικού τύπου συμπεριφορές, καταθλιπτικές αντιδράσεις, αλλά και φοβίες, καθώς αισθάνεται ότι δεν είναι επιθυμητό στους γονείς του, όπως προκύπτει από την τιμωρητική, ακυρωτική τους στάση. Μ’ άλλα λόγια, η στάση των γονιών με την ομοφοβική τους καθήλωση μπορεί να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, με σοβαρότερες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Η γονεϊκή ομοφοβία μπορεί να εξωθήσει ακόμη πιο πολύ τα πράγματα με τιμωρητικές απαγορεύσεις και επιβολή αγορίστικων παιχνιδιών, προκαλώντας μεγαλύτερη σύγχυση στο παιδικό μυαλό. Αλλά και η ένταση που υπάρχει μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον προκαλεί εκνευρισμούς, επιπλέον εντάσεις και αλληλοχρεώσεις, καθώς αναζητούν συνεχώς τις σωστές συμπεριφορές που θα αποτρέψουν τον ερχομό της ομοφυλοφιλίας. Όλα αυτά ασφαλώς δεν θα συνέβαιναν αν οι γονείς γνώριζαν ότι ένα παιδί δεν γίνεται ομοφυλόφιλο επειδή μιμείται τη μαμά του ή επειδή, μέσα στην περιέργειά του, υποδύεται ρόλους, τους οποίους επιθυμεί περισσότερο όταν βλέπει ότι αυτές οι συμπεριφορές του εντυπωσιάζουν και το κάνουν πρωταγωνιστή στη ζωή των γονιών του. Οι γονείς που παρασύρονται σε μια υπερβολικά ομοφοβική συμπεριφορά ουσιαστικά εκφράζουν τον δικό τους φόβο και τη δική τους αναλυτική και εμμονική λαθεμένη αντίληψη περί ομοφυλοφιλίας και πραγματικής ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης του παιδιού. Γι’ αυτό λοιπόν χρειάζεται μεγάλη προσοχή στο πώς φερόμαστε, ιδιαίτερα στο αγόρι, από τα παιδικά του χρόνια, γιατί οι συμπεριφορές του δεν σηματοδοτούν ομοφυλοφιλική ταυτότητα αν δεν συνδέονται με συγκεκριμένες επίμονες και επαναληπτικές συμπεριφορές που οργανώνονται κυρίως κατά την προεφηβική και εφηβική περίοδο. Η γονεϊκή ομοφοβία καλό είναι να ελέγχεται μέσα από μια συμβουλευτική, ψυχοθεραπευτική, ενδεχομένως και φαρμακευτική αγωγή.
*Ο Dr. Θάνος Ε. Ασκητής είναι Νευρολόγος – Ψυχίατρος, Διδάκτωρ Ψυχιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας.